- θηροζυγοκαμψιμέτωπος
- θηροζυγοκαμψιμέτωπος, -ον (Α)φρ. «ὁ θῆρας ζυγῶν καὶ κάμπτων τὰ μέτωπα» — αυτός που θέτει στον ζυγό, που ζεύει και δαμάζει τα θηρία κάμπτοντας τα μέτωπα τους (η λέξη πλάστηκε ως μέρος ενός στίχου ο οποίος περιέχει όλα τα γράμματα).[ΕΤΥΜΟΛ. < θυρ(ο)-* + ζυγόν (< ζεύγνυμι) + καμψι- (< κάμπτω) + -μέτωπος (< μέτωπον), πρβλ. δι-μέτωπος, πολυ-μέτωπος].
Dictionary of Greek. 2013.